Λίγο μετά από το χωρισμό από τον δεύτερο σύζυγό της Γιώργο Ηλιάδη, η Αλίκη φτάνει στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, όπου θα συνέχιζε της παραστάσεις της «Εβίτας», κρεμασμένη από το μπράτσο του συμπρωταγωνιστή της Βλάση Μπονάτσου, του «Τσε Γκεβάρα» του έργου, ο οποίος για κάποιους της έκλεβε την παράσταση. Τραγουδιστής των Πελόμα Μποκιού, ροκάς, αντιπροσωπεύει ένα νέο είδος άνδρα για εκείνη.
«Καλά σε γουστάρω, πολύ σε γουστάρω» της λέει ένα βράδυ στα καμαρίνια, την ώρα που εκείνη τακτοποιεί τoν μπερέ του «Τσε» στο κούτελό του. Ο Βλάσης την ιντριγκάρει, την αντιμετωπίζει σαν να είναι κοριτσάκι. «Τι παιδί…» λέει η Αλίκη, «Αναρχικός σαν κι εμένα, αγωνιστής». «Με τον Βλάση ήταν σκέτο μέλι» διηγείτο φίλη της. «Ένα βράδυ μετά από μία παράσταση, είχαμε πάει στο ”Entre nous” στο Κολωνάκι. Η Αλίκη μόλις καθίσαμε στο τραπέζι ανακάλυψε ότι ο Βλάσης δεν ήταν μαζί μας. Άρχισε να κοιτάζει ανυπόμονα προς την πόρτα. Κάποια στιγμή σηκώθηκε και ζήτησε τηλέφωνο. Μετά από προσπάθειες κατάφερε να τον εντοπίσει. Περιμέναμε όλοι ότι θα του μιλούσε επιτακτικά, αλλά μας διέψευσε. «Το Αλικάκι είναι μόνο του. Δε θα έρθεις κοντά του;» του ψιθύρισε και σε ένα τέταρτο ο Βλάσης ήταν εκεί.
Το καλοκαίρι του ’82 εμφανίζεται στο εξώφυλλο του «Ταχυδρόμου» αγκαλιά με τον Βλάσση, εκείνος να κρατά τα φαινομενικά γυμνά στήθη της. «Μα δεν ήμουν γυμνόστηθη!» θα διαμαρτύρετο στον Φρέντι Γερμανό «Φορούσα μαγιό. Απλώς υπήρχαν κάποια αντρικά χέρια επάνω μου που με έκαναν να φαίνομαι γυμνή. Αυτό ήταν που ξάφνιασε – πώς ήταν δυνατόν να πιάνουν την Αλίκη δύο αντρικά χέρια όχι νόμιμα; Είναι ένα τόλμημα να συζείς με έναν άνδρα που δεν είναι νόμιμος άνδρας σου. Και ίσως είναι ένα μάθημα για όλες τις γυναίκες. Με ρωτάτε αν με ενοχλεί που είναι νεότερός μου. Αυτό το λέτε εσείς, εγώ δεν το έχω αντιληφθεί. Ούτε ο Βλάσης με έχει αφήσει να το αντιληφθώ. Είναι τόσο ώριμος, τόσο έξυπνος κι εγώ από φυσικό μου τόσο νεαρή και συγχρόνως με όλες της εμπειρίες της ηλικίας μου που τα πάμε πολύ καλά».
Δίπλα στον Βλάση αλλάζει συνήθειες. Η Αλίκη ξενυχτάει, βγαίνει σαν εικοσάχρονη και διασκεδάζει στο «Εργοστάσιο». Ξαναγεννιέται. Το λεξιλόγιό της μεταλλάσσεται στη νεανική αργκό της εποχής «Γουστάρω, σάλταρα, μου τη βγήκε, τη βρίσκω…». «Αγάπη μου, εμείς οι δύο μαζί θα γεράσεις» λέει ένα βράδυ στο Βλάσση στον Θεολόγο.
Θα υιοθετήσει τη φρέσκια ματιά του και θα αποποιηθεί λίγη από την ακαμψία της σταρ. Κάνει πράγματα που δε θα τολμούσε ποτέ είκοσι ή δέκα χρόνια πριν. Δίπλα στον ταλαντούχο τραγουδιστή και ηθοποιό, που κοντά της θα γίνει ευρύτερα γνωστός και θα αγαπηθεί από το πλατύ κοινό, ζει μια δεύτερη εφηβεία.
Το ζευγάρι θα παίξει μαζί εκτός από την “Εβίτα” και στο “Βίκτωρ- Βικτώρια” τη σεζόν ’83-’84. Ο έρωτάς τους θα τελειώσει το καλοκαίρι προς φθινόπωρο του ’87, το ίδιο ξαφνικά όπως είχε ξεκινήσει, αφήνοντας μια Αλίκη απαρηγόρητη: “Περνάγαμε καλά με το Βλασάκι” λέει κλαίγοντας σε φίλη της, λίγες εβδομάδες αργότερα όμως γίνεται η μεγάλη ανατροπή, όταν μπαίνει ξαφνικά στη ζωή της, στις οντισιόν του “Λίγο πιο νωρίς, λίγο πιο αργά”, ο Κώστας Σπυρόπουλος. Όσο για τον Βλάσση, οι δυο τους κατάφεραν να μείνουν καλοί φίλοι μέχρι τέλους. Mια από τις τελευταίες επιθυμίες της Αλίκης, λίγο πριν φύγει από τη ζωή ήταν να καταφέρει να παραστεί στο γάμο του με την Μάρθα Κουτουμάνου. Δεν ήταν γραφτό…
Μιχάλης Αργυρόπουλος